Σήμερα συμπληρώνονται 23 χρόνια από τον θάνατο του Ιωάννη Ζίγδη, ίσως του πιο επιφανούς από τους ιδρυτές του Σωματείου μας. Με πρόθεση να θυμούνται οι παλαιότεροι και να διδασκόμαστε εμείς οι νεότεροι, θα αφιερώσουμε λίγες γραμμές για την ζωή του.
Ο Ιωάννης Ζίγδης ήταν οικονομολόγος και πολιτικός. Γεννήθηκε στις 21 Ιουλίου 1913 στη Λίνδο της Ρόδου και πέθανε στην Αθήνα, στις 21 Οκτωβρίου 1997.
Σπούδασε στην Αθήνα, αλλά συνέχισε και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στις Οικονομικές και Πολιτικές Επιστήμες σε Γενεύη, Λωζάννη και Λονδίνο. Το 1939 ανακηρύχθηκε Διδάκτορας της Φιλοσοφίας του κλάδου της Οικονομικής (Ph.D. Econ.) από τη London School of Economics and Political Science του Λονδίνου. Ήταν καλός γνώστης της αγγλικής, γαλλικής και ιταλικής γλώσσας.
Τον Φεβρουάριο του 1944 μετακλήθηκε από τον καθηγητή Κυριάκο Βαρβαρέσσο, Υπουργό Συντονισμού της εξόριστης Κυβέρνησης, στο Λονδίνο, για να τον βοηθήσει στο έργο της προετοιμασίας της επίλυσης των οικονομικών προβλημάτων της Ελλάδας μετά τη λήξη του πολέμου.
Από τον Ιούνιο του 1944 μέχρι τα τέλη του 1947 υπηρέτησε στο διεθνές προσωπικό της UNRRA, στην αρχή στο Λονδίνο και κατόπιν στην Αθήνα. Από την τελευταία αυτή θέση, ως πρόεδρος της μεγάλης Επιτροπής Τεχνικών και Οικονομολόγων, κατήρτισε το πρώτο μακροπρόθεσμο πρόγραμμα για τον εξηλεκτρισμό και την εκβιομηχάνιση της Ελλάδας.
Το 1950 εξελέγη μεταξύ των πρώτων Βουλευτών Δωδεκανήσου, και από τότε επανεκλεγόταν σχεδόν συνεχώς. Υπουργός Βιομηχανίας (1951-1952).
Υπέρμαχος της ένταξης στην Ε.Ο.Κ. από το 1957, όταν ο Αναπληρωτής Καγκελάριος της Γερμανίας Έρχαρτ κάλεσε την Ελλάδα να γίνει ιδρυτικό μέλος υπό ειδικά προνομιακούς όρους. Διετέλεσε μέλος της Συμβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης (1964-1967) και μέλος της Μικτής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Συνδέσεως Ε.Ο.Κ. – Ελλάδος, 1965-1967.
Μετά την εγκαθίδρυση της Δικτατορίας υπήρξε ένας από τους πρωταγωνιστές της Αντίστασης και ο μόνος Υπουργός της προδικτατορικής περιόδου, που φυλακίστηκε από το καθεστώς.
Ο Ζίγδης ήταν ένας από τους πρώτους Έλληνες ευρωβουλευτές (με την ΕΔΗΚ), καθώς διορίστηκε από τη Βουλή τον Ιανουάριο του 1981 και υπηρέτησε έως τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου.
Το 1997 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος τον τίμησε με τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Φοίνικα για τις πολλές υπηρεσίες που πρόσφερε στην πατρίδα. Επειδή, όμως, η επίδοση θα γινόταν στις 24 Ιουλίου αρνήθηκε να παραστεί στην εκδήλωση, που θα γινόταν στο Προεδρικό Μέγαρο.
Ο ίδιος υποστήριζε, άλλωστε, ότι θα πρέπει να καταργηθούν οι επετειακές εκδηλώσεις την ημέρα αυτή, που αποτελεί για το έθνος ημέρα πένθους και όχι εορτασμών. Το παράσημο του επιδόθηκε ύστερα από λίγες ημέρες στο σπίτι του, όπου και παρέμενε «έγκλειστος», λόγω νέας επιδείνωσης ενός πολεμικού τραύματος.
Πέθανε στην Αθήνα στις 21 Οκτωβρίου 1997».
Επίσης θα θέλαμε να αναφέρουμε πως η Ένωση Ροδίων Αθηνών-Πειραιώς, σήμερα συνεχίζει πιστή στις αρχές των ιδρυτών της όπως αυτές εκφράζονται μέσα από το καταστατικό της, δηλαδή τη διαφύλαξη της πολιτιστικής ταυτότητας των Ροδίων στην καταγωγή, κατοίκων της Αττικής, και την όσο το δυνατόν συνεργατική επίλυση των προβλημάτων τους.
Το Δ.Σ.:
Πρόεδρος: Εμμανουήλ Κολεζάκης
Αντιπρόεδρος: Μαρία Κορδίνα
Γραμματέας: Ρούλα Μήτρου-Σαχίνη
Ταμίας: Δημήτρης Καραγιάννης
Μέλος Δ.Σ.: Αικατερίνη Κάγιαλη
Μέλος Δ.Σ.: Στέλλα Χρυσαφίνη
Μέλος Δ.Σ.: Γεώργιος Χατζηπέτρος