
Καστελλόριζο: Ιστορίες από τα παλαιότερα χρόνια – Μια 90χρονη Καστελλοριζιά θυμάται – Βίντεο

«Οι Τούρκοι θα οπισθοχωρήσουν κάποια στιγμή και μετά θα επανέλθουν. Έχουμε βαρεθεί τα ίδια και τα ίδια. Ας δείξουμε ότι δεν χωρατεύουμε. Όταν θα μετρηθούμε θα δει τι θα πάθει» προσθέτει.
Η πιο ηλικιωμένη με καταγωγή από το Καστελλόριζο θυμάται ιστορίες από τους πολέμους, την προσφυγιά που έζησε, την απελευθέρωση του νησιού και την παλιά αίγλη της Μεγίστης.
Η Μαρία Λαζαράκη θα κλείσει σε λίγο καιρό τα 90. Αεικίνητη και γεμάτη όρεξη για ζωή ξεκινάει νωρίς το πρωί και κάνει δουλειές στο εστιατόριο του γιου της, στο λιμάνι του Καστελλόριζου. Με τη βοήθειά της επιχειρήσαμε μια αναδρομή στην ιστορία.
Στις αρχές του 1913, οι κάτοικοι του Καστελλόριζου έδιωξαν τον τουρκικό στρατό από το νησί, έχοντας την ένωση με την Ελλάδα ως κύριο αίτημα του επαναστατικού αγώνα που ξεκίνησαν. Παρά το γεγονός ότι το νησί ανεξαρτητοποιήθηκε για λίγο, οι συσχετισμοί δυνάμεων της εποχής το οδήγησαν ξανά στην αγκαλιά της Τουρκίας.
Όταν ξεκίνησε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, το κατέλαβαν οι Γάλλοι.
«Στην αρχή εδώ είχαμε Τούρκους. Το μισό κάστρο ήταν τουρκικό και αρκετές οικογένειες Τούρκων κατοικούσαν στο νησί. Το 1913 πολεμούσαν οι Τούρκοι με τους Γάλλους, οι Γάλλοι νίκησαν τελικά το 1917. Οι Τούρκοι έριξαν μια βόμβα και βυθίστηκε ένα μικρό παποράκι που είχε μέσα τράπεζα και πολλά χρήματα. Ο κόσμος είχε ανέβει στα βουνά» εξιστορεί στο Sputnik η Μαρία Λαζαράκη.
Ο πατέρας της και η μητέρα της απέκτησαν 13 αγόρια και τρεις κόρες.
«Μεγαλώσαμε και παντρευτήκαμε όλοι, κάνουμε οικογένειες και παιδιά».
Σε όλη τη διάρκεια εκείνων των ετών Έλληνες και Τούρκοι ήταν αγαπημένοι, όπως μας εξηγεί.
«Ο πατέρας μου είχε καΐκι και πηγαινοερχόταν. Μετέφερε εμπορεύματα από και προς την άλλη πλευρά. Οι Τούρκοι έρχονταν το Πάσχα και το Μπαϊράμι και είμασταν πολύ αγαπημένοι» αναφέρει μεταξύ άλλων.
Η απελευθέρωση
«Το 1940 άρχισε ο πόλεμος, μεταξύ Ιταλίας-Γερμανίας, Ελλάδας-Ρωσίας. Τον πόλεμο όμως κέρδισε η Ρωσία γιατί ήταν με την Ελλάδα.
Ήταν πρωί της 13ης Σεπτεμβρίου 1943 όταν απελευθερώθηκε το Καστελλόριζο από τους Ιταλούς, το οποίο κατεχόταν από το 1918.
Ήρθε ένα μεγάλο παπόρι το πρωί εκείνης της ημέρας. Ήταν 8 το πρωί. Εμείς μέναμε στο Μαντράκι (σ.σ. το πιο μικρό λιμάνι του νησιού). Μου λέει η μάνα μου: “Μαρία, άμε να δεις, έχει μεγάλο θόρυβο το νησί κάτω”».
Όταν πήγε, είδε τρεις βάρκες να αποβιβάζονται. Άγγλοι στρατιώτες κατέβασαν την ιταλική σημαία και σήκωσαν ελληνική και αγγλική σημαία.
«Μας μοίρασαν μπισκότα και σοκολάτες. Ύστερα οι Άγγλοι μάζεψαν 250 στρατιώτες, τους έβαλαν να κοιμούνται στο σχολείο και μετά ένα καράβι τους πήγε στη Χάιφα».
Η προσφυγιά στην Κύπρο
Ήταν 18 Οκτωβρίου του 1943, όταν οι Ναζί επιτέθηκαν στο Καστελλόριζο.
Οι βόμβες εκείνη την ημέρα, όπως μας λέει, ξεκλήρισαν μια ολόκληρη οικογένεια που ετοιμαζόταν να παντρέψει τα παιδιά της. Τουλάχιστον 40 άτομα πέθαναν.
«Μια μέρα μετά οι Άγγλοι μας μετέφεραν στην Κύπρο. Ήμουν 12 χρόνων. Μας έβαλαν να φάμε κάποιοι βρακοφόροι μάγειρες».
Στο χωριό Κοκκινοτριμιθιά πέρασε ως πρόσφυγας κάποιους μήνες.
«Πήγα να κόψω σύκα με κάποιες κοπέλες. Ένας γέρος με έδιωχνε. Όταν του είπα ότι ήμουν από το Καστελλόριζο όπου μας βομβάρδισαν οι Γερμανοί, τότε με άφησε να να πάρω τα σύκα».
Για καλή τους τύχη, η ομογένεια του Καστελλόριζου από τα άλλα κράτη φρόντιζε να στέλνει χρήματα.
«Όταν επιστρέψαμε στο Καστελλόριζο, τα πάντα είχαν καεί και λεηλατηθεί. Κάτοικοι από τη Δωδεκάνησο είχαν κλέψει τα πάντα» θυμάται.
Το προξενιό
Την ίδια στιγμή, μας αφηγείται σκηνές καθημερινότητας της εποχής. Πώς γινόταν ένα προξενιό στο Καστελλόριζο;
«Είχες τρεις κόρες, έπρεπε να ξέρουν να κεντούν: ασπροκέντημα, μεταξοβελονιά. Όλες. Όταν πήγαινα, οι προξενητές κρατούσαν τρία φανάρια μεγάλα για να παραλάβουν τις κόρες. Ακολουθούσε η απαραίτητη εξέταση της προίκας. Οι γονείς της κόρης περίμεναν στο μπαλκόνι. Αν το φανάρι επέστρεφε αναμμένο, είχε ολοκληρωθεί το προξενιό, άμα είναι σβηστό, δεν τελείωσε. Όλες ήταν νοικοκυρές γενικά».
Για τη σημερινή εποχή τόνισε:
«Μας παίρνουν τηλέφωνο από απέναντι. Είστε καλά; Δεν μπορούμε να έρθουμε. Έχουμε καλές σχέσεις. Δεν φοβόμαστε. Γίνονται μεικτοί ελληνοτουρκικοί γάμοι. Ένας Τούρκος και μια Ελληνίδα κλέφτηκαν και έφυγαν στο Κας. Τώρα αφού τα σύνορα έκλεισαν, παραμένουν εκεί».