

Αυτές τις μέρες συμπληρώνονται 81 χρόνια από τις 17 Οκτωβρίου 1944 που ήρθαν οι Άγγλοι στην Κάρπαθο. Προτού αναφερθούμε στο ιστορικό της άφιξης τους, χρειάζεται να περιγράψουμε την κατάσταση που επικρατούσε στην Κάρπαθο.
Την νύχτα της 4ης Οκτωβρίου 1944 φεύγουν οι τελευταίοι Γερμανοί και αφήνουν πίσω τους Ιταλούς: Αστυνομία, Τελωνοφυλακή, ορισμένους υπαλλήλους, 34 άοπλους εθελοντές, 56 στρατιώτες εθελοντές που υπηρετούσαν στις πυροβολαρχίες και προτού φύγουν οι Γερμανοί και ανατινάξουν τις πυροβολαρχίες τούς άφησαν ελεύθερους, συνολικά γύρω στους 140.
Επίσης, όταν αποχωρούσαν οι Γερμανοί, με τα πλοία που ερχόντουσαν από την Ρόδο να τους πάρουν, έφεραν 100 περίπου Ιταλούς αιχμαλώτους και τους άφησαν στην Κάρπαθο για να μην τους ταΐζουν. Μεταξύ αυτών και τον Sergio Gattuli, που πριν από 48 μέρες τον είχαν πάρει στη Ρόδο. Συνολικά στην Κάρπαθο έμειναν γύρω στους 240 Ιταλοί, που οι περισσότεροι έμεναν στα Πηγάδια.
Μεταξύ των αξιωματικών ήταν ο λοχαγός Armando Amenduni, που οι Γερμανοί διόρισαν πολιτικό Διοικητή της Καρπάθου και έμενε στην Βαλαντού στο Απέρι. Στο Απέρι, στους Λώρους, έμενε ο υπολοχαγός Enio Grimaldi με τον υπασπιστή του Roseli. Υπηρετούσε στο λογιστικό γραφείο της Compamia Commando, ήταν προφυματικός, έπασχε από πνευμονία και δεν τον πήραν οι Γερμανοί στην Κρήτη με τους άλλους Ιταλούς αιχμαλώτους. Στην Κάρπαθο έμεινε ο υπολοχαγός Antonio Di Carlo, παντρεμένος με Καρπαθιά, υπεύθυνος για την τροφοδοσία των Ιταλών. Στα Πηγάδια έμενε ο Διοικητής της Αστυνομίας Maresciallo Enrico Penna.
Οι Ιταλοί είχαν να αντιμετωπίσουν 300-400 Καρπάθιους εξοπλισμένους με τα όπλα που οι ίδιοι εγκατέλειψαν όταν παραδόθηκαν στους Γερμανούς: Γύρω στους 200-300 Μενεδιάτες, 70 Αρκασιώτες, 15 Πηγαδιώτες, 5 Απερίτες, 5 Ολυμπίτες. Τα όπλα ήταν ιταλικά, εκτός από ένα γερμανικό τουφέκι που βρήκε ο Μανώλης Σκούλος εγκαταλελειμμένο στο Βρόντη από λιποτάκτη Γερμανό. Δεν είχαν στρατιωτική εκπαίδευση, όμως πλεόναζε ο πατριωτικός ενθουσιασμός. Ο μόνος που είχε στρατιωτική εκπαίδευση ήταν ο Γεώργιος Παραγιουδάκης, πρώην λοχίας στον Ελληνικό στρατό, ο οποίος στο σπίτι και καφενείο του Λευτέρη Χατζηνικήτα στα Πηγάδια οργάνωσε εθνοφρουρά με στρατιωτικούς κανονισμούς.
Το πρωί της επομένης που έφυγαν οι Γερμανοί, επαναστάτησαν οι Καρπάθιοι εναντίον των Ιταλών. Η επανάσταση άρχισε από τις Μενετές και εξελέγη Επαναστατική Επιτροπή που μετέφερε το μήνυμα και στα άλλα χωριά. Την δοξολογία που ακολούθησε στον Μητροπολιτικό Ναό παρακολούθησε ο λοχαγός Amenduni με άλλους Ιταλούς αξιωματούχους.

Μέχρι στις 7 Οκτωβρίου είχαν εκλεγεί επιτροπές από όλα τα χωριά της Καρπάθου που συνήλθαν στο Απέρι και εξέλεξαν Παγκαρπαθιακή Επιτροπή αποτελούμενη από τον γραμματέα της Μητρόπολης Χριστόφορο Σακελλαρίδη, τους ιατρούς Ιωάννη Οικονομίδη και Φραγκίσκο Σακελλαρίδη, και τους δικηγόρους Ιωάννη Γιαννάκη και Δημήτριο Καπετανάκη.
Η Παγκαρπαθιακή Επιτροπή άρχισε διαπραγματεύσεις με τους Ιταλούς που δεν ενδιαφέρονταν τόσο για εξουσία, αλλά για τους τύπους και την προσωπική τους ασφάλεια μέχρι να καταλάβουν οι Σύμμαχοι την Κάρπαθο. Στις 9 Οκτωβρίου επήλθε συμφωνία μεταξύ της Παγκαρπαθιακής Επιτροπής και των Ιταλών, στην οποία αντέδρασαν οι Μενεδιάτες. Έτσι, στις 11 Οκτωβρίου έγινε δεύτερη συνεδρίαση στη Μητρόπολη, παρουσία των τοπικών επιτροπών.
Θυμάμαι που είχαμε μαζευτεί ένα γύρω από το γεφύρι του Απερίου, όταν έρχεται από τα Πηγάδια ένα φορτηγό με καμιά τριανταριά Μενεδιάτες που άρχισαν να πυροβολούν στον αέρα. Το αυτοκίνητο πέρασε το γεφύρι και σταμάτησε στη μέση του δρόμου δίπλα στη Μητρόπολη, όπου συνεδρίαζε η Επιτροπή με τους Ιταλούς. Δυο-τρεις από τους οπλοφόρους άρχισαν να ρίχνουν χειροβομβίδες στην ρεματιά και άλλοι δύο, με τα τουφέκια πάνω στην καμπίνα του αυτοκινήτου, σκόπευαν μια άσπρη πέτρα απέναντι, δίπλα σ’ ένα μάκελο στην πλαούλα του Μελετή. Έτσι πείστηκαν οι Ιταλοί και αναίρεσαν τις τελευταίες τους αντιρρήσεις.
Το άλλο μεγάλο πρόβλημα που έπρεπε να διακανονιστεί ήταν το επισιτιστικό. Φεύγοντας οι Γερμανοί, έδωσαν πέντε-έξη τσουβάλια αλεύρι σε γνωστούς και φίλους τους και πούλησαν στους εμπόρους της Speza 10 περίπου τόνους τρόφιμα με τα οποία θα έκαναν την διανομή, χωρίς προοπτική να έλθουν άλλα τρόφιμα. Από την άλλη μεριά, οι Ιταλοί είχαν εξασφαλισμένη την διατροφή τους. Έτσι, παρά την αντίδραση των Ιταλών, ορισμένοι επαναστάτες κατέβηκαν από τις Μενετές στα Πηγάδια και παραβίασαν την ιταλική στρατιωτική αποθήκη. Εκτός από τους Μενεδιάτες και μερικοί Πηγαδιώτες επωφελήθηκαν. Οι Σύμμαχοι έπρεπε να ειδοποιηθούν για την κατάσταση που επικρατούσε.
Σ’ αυτές τις δύσκολες περιπτώσεις βρίσκονται οι πατριώτες που είναι πρόθυμοι να διακινδυνεύσουν τη ζωή τους και να διαθέσουν την περιουσία τους. Το μόνο μέσο που υπήρχε να αναλάβει την αποστολή και να ενημερώσει τους Συμμάχους στην Αίγυπτο ήταν η Immacolata, δυο τόνων καΐκι των Μιχάλη Πιττά και Κώστα Λαμπρίδη, που μαζί τους οι Μανώλης Πατσουράκης, Γιώργης Χριστοδούλου, Λάζαρος Κοσμάς, Νίκος Σταματάκης και Σοφοκλής Οικονομίδης αποφάσισαν να διακινδυνεύσουν τη ζωή τους. Η αποστολή, εφοδιασμένη με επιστολή από την Παγκαρπαθιακή Επιτροπή, θα ενημέρωνε την Ελληνική Κυβέρνηση ότι ύψωσαν την ελληνική σημαία και κήρυξαν την Ένωση της Καρπάθου και Κάσου με τη Μητέρα Ελλάδα και την καλούσαν να έλθει να καταλάβει τα δυο νησιά.
Με ανακούφιση είδαν και οι Ιταλοί την αποστολή της Immacolata. Μετά τον πόλεμο, ο Ennio Grimaldi στην αναφορά στο Ιταλικό Γενικό Επιτελείο Στρατού αναφέρει: «Μια μικρή ομάδα τολμηρών Καρπαθίων, πήγε στην Αίγυπτο με μια βάρκα και ειδοποίησε το Βρετανικό Αρχηγείο ότι το νησί ελευθερώθηκε».

Στις 10 Οκτωβρίου η Immacolata ξεκίνησε από το Φοινίκι, σταμάτησε στην Κάσο για να εφοδιαστεί με πυξίδα και χάρτες, και υπό δύσκολες καιρικές συνθήκες διέσχισε την Μεσόγειο και στις 13 Οκτωβρίου έφτασε στο Abukir της Αιγύπτου. Η Συμμαχική Υπηρεσία Πληροφοριών τους έκλεισε σ’ ένα δωμάτιο με φρουρό για να περάσουν τη νύχτα και το πρωί, με την Immacolata, και με τη συνοδεία Έλληνα ναύτη, έφτασαν στην Αλεξάνδρεια όπου οι Άγγλοι πήραν τις καταθέσεις τους.
Το πρωί της 15ης οι Άγγλοι έστειλαν στην Κάρπαθο δυο αναγνωριστικά αεροπλάνα για να επαληθεύσουν τις καταθέσεις τους και αργά τη νύχτα τους ενημέρωσαν ότι την επομένη θα αναχωρούσαν για την Κάρπαθο. Με βάση τις συμπληρωματικές πληροφορίες που τους έδωσαν για τις οχυρώσεις και τα ναρκοπέδια του νησιού, οι Άγγλοι κατέστρωσαν το σχέδιο της αποβίβασής τους.
Το πρωί της 16ης οι Άγγλοι φόρτωσαν από 15 τόνους γαλέτες στα αντιτορπιλικά Terpsichore και Cleveland. και το απόγευμα της ίδια μέρας αναχώρησαν για την Κάρπαθο υπό τον Commander J. Dennis, κυβερνήτη του Terpsichore και ορισμένες στρατιωτικές δυνάμεις. Επί του Terpsichore επέβαινε ο Έλληνας λοχαγός Γεώργιος Γενναρόπουλος.
Το πρωί της 17ης Οκτωβρίου 1944 τα αντιτορπιλικά Terpsichore και Cleveland μπήκαν στον κόλπο των Πηγαδίων ενώ, για προληπτικούς λόγους, δυό βομβαρδιστικά beaufighters πετούσαν πάνω από το λιμάνι. Το ένα έριξε μια μεγάλη ελληνική σημαία που έπεσε στη Δαματρία, την πήραν οι Απερίτες και την έστησαν στη Μητρόπολη. Μόλις η παρουσία των αντιτορπιλικών έγινε αντιληπτή από τα πιο κοντινά χωριά, Καρπάθιοι αξιωματούχοι και αρκετοί άλλοι άρχισαν να κατεβαίνουν στα Πηγάδια.
Θυμάμαι που αρκετές γυναίκες και παιδιά είχαμε μαζευτεί ένα γύρω από το γεφύρι του Απερίου και με ανυπομονησία θέλαμε να μάθουμε νέα, αλλά κανείς από αυτούς που πήγαν στα Πηγάδια δεν είχε επιστρέψει. Έτσι, όταν μια γυναίκα συνέστησε: «Και δεν πάμε κι εμείς να δούμε τι συμβαίνει», χωρίς δεύτερη προτροπή, καμιά εκατοστή γυναίκες και παιδιά πήραμε τον δρόμο για τα Πηγάδια.
Είχαμε φτάσει στην Αγία Αγκάρα, εκεί που ο αυτοκινητόδρομος περνά πάνω από ύψωμα Κεφάλι που οι Γερμανοί είχαν φυλάκιο, και για να σε αφήσουν να περάσεις έπρεπε νά ’χεις γραφτή άδεια από την Gestapo στο Απέρι. Μόλις είδα το φυλάκιο εγκαταλελειμμένο, με τα δάκτυλα του δεξιού μου χεριού έσφιξα το μπράτσο του αριστερού, για να βεβαιωθώ πως δεν έβλεπα όνειρο.
Όταν φτάσαμε στα Πηγάδια, εκεί που ο δρόμος περνά μπροστά από τον υγειονομικό σταθμό, συναντήσαμε μια ομάδα πεζοναύτες που περιπολούσε την περιοχή. Φτάσαμε κοντά στο λιμάνι και ικανοποιημένοι πήραμε ποδαρόδρομο τον δρόμο της επιστροφής. Στην συνέχεια, οι Άγγλοι, με την συνδρομή των Καρπάθιων επαναστατών, άρχισαν να συγκεντρώνουν τους Ιταλούς στην πλατεία του Διοικητηρίου.
Εξίσου ενθουσιασμένοι με τους Καρπάθιους, για την άφιξη των Άγγλων, ήταν και οι Ιταλοί. Όταν επιστρέψαμε στο Απέρι, ένα φορτηγό κατέβαινε γεμάτο Ιταλούς αιχμαλώτους. Μεταξύ αυτών ήταν και ένας Ιταλός prigantiere με ένα μπουκάλι κρασί, και όπως το αυτοκίνητο περνούσε μπροστά από το προαύλιο του καφενείου του Τσαγκάρη, άρχισε να χαιρετά τους θαμώνες με ακράτητη αγαλλίαση.
Το ίδιο βράδι ο ραδιοφωνικός σταθμός του BBC του Λονδίνου ανακοίνωσε: «Μοναδικόν εις τα χρονικά του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, θα παραμείνη ασφαλώς το γεγονός της απελευθερώσεως της νήσου Καρπάθου, οι κάτοικοι της οποίας, αν και τελείως απομονωμένοι από τον ελεύθερον κόσμον, κατόρθωσαν να εξοπλισθούν με τον οπλισμόν του εχθρού και επαναστατήσαντες, τον ηνάγκασαν να παραδοθεί άνευ όρων και να ελευθερώσουν μόνοι των και χωρίς καμμίαν εξωτερικήν βοήθειαν την ωραίαν νήσον των».

Έτσι στις 17 Οκτωβρίου 1944 η Κάρπαθος, μαζί με το Καστελόριζο (απελευθερώθηκε τον Σεπτέμβριο του 1943) και την Σύμη (απελευθερώθηκε τον Σεπτέμβριο του 1944), περιέρχεται υπό Συμμαχική κυριαρχία και νέα ιστορική περίοδος αρχίζει για την Κάρπαθο.
Την επομένη στις 18:00 τα δύο αντιτορπιλικά αναχώρησαν για την Αλεξάνδρεια, αφήνοντας τον λοχαγό Γενναρόπουλο και έναν υπολοχαγό με 27 πεζοναύτες για να προστατεύσουν την. Κάρπαθο και να επιλύσουν τα επείγοντα προβλήματα του νησιού και με τη συνεργασία των τοπικών αρχόντων φρόντισαν για την διανομή των γαλετών.
Φεύγοντας τα αντιτορπιλικά πήραν μαζί τους 248 Ιταλούς και 12 Γερμανούς αιχμαλώτους. Οι Ιταλοί πίστευαν ότι θα τους έπαιρναν στην Νότιο Ιταλία που είχαν καταλάβει οι Σύμμαχοι. Αλλά όπως αναφέρει ο υπολοχαγός Antonio Di Carlo: «Μόλις τα αντιτορπιλικά βγήκαν από το λιμάνι, αντί να τραβήξουν νότια και μετά δυτικά, νότια της Κρήτης προς την Ιταλία, έβαλαν πλώρη για την Αλεξάνδρεια».

Στις 28 Οκτωβρίου ήλθε το καταδρομικό Black Prince με ένα φορτηγό και δύο μεταγωγικά μεταφέροντας 300 Ινδούς στρατιώτες με μία κινητή πυροβολαρχία, αυτοκίνητα, μηχανικό και άλλα εφόδια. Επίσης, στις 16 Δεκεμβρίου έφτασε το φορτηγό «Κορυτσά» με άλλους 150 Ινδούς στρατιώτες. Η Κάρπαθος έπρεπε να προφυλαχθεί από τους Γερμανούς που διέθεταν ισχυρές δυνάμεις στην Ρόδο και Κρήτη. Οι Γερμανοί δεν είχαν τα μέσα, αλλά μπορούσαν να εξαπολύσουν επιδρομές, όπως έγινε στην Τήλο.
Σε μια έκρηξη που συνέβη στο λιμάνι, έξη Ινδοί έχασαν την ζωή τους. Αργότερα, το μνημείο που τους έστησαν στον Σάνταλο βανδαλίστηκε. Εκτός από την άμυνα του νησιού οι Ινδοί άρχισαν και την εκκαθάριση των ναρκοπεδίων όπου ένας αξιωματικός έχασε τη ζωή του. Μετά την απελευθέρωση της Ρόδου, οι Άγγλοι έφεραν Γερμανούς αιχμαλώτους οι οποίοι εκκαθάρισαν τα ναρκοπέδια στο Βρόντη και στον Μακρύ Γιαλό.
Οι Άγγλοι εκκαθάρισαν το λιμάνι από τις νάρκες και προσέλαβαν γύρω στους 200 εργάτες που ξεφόρτωναν τα πλοία με φορτηγίδες και τα φόρτωναν στα αυτοκίνητα. Μετά την απελευθέρωση της Ρόδου, οι μεταφορές γινόντουσαν με τα φορτηγά «Κάσος» και «Σύμη», με μοτοζάτερες και καΐκια. Άλλα καΐκια πήγαιναν στον Πειραιά, και αρκετοί Καρπάθιοι μπήκαν στην υπηρεσία συμμαχικών φορτηγών πλοίων που ταξίδευαν στη Μέση Ανατολή.

Εκτός από την άμυνα, οι Άγγλοι φρόντισαν και για τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα του νησιού. Καθιέρωσαν την διανομή τροφίμων με δελτίο σε προσιτές τιμές, που έφερναν με το φορτηγό Κορυτσά από την Αλεξάνδρεια και μέσω της UNRRA, ανάλαβαν την διανομή μεταχειρισμένων ρούχων και παπουτσιών σε καλή κατάσταση. Παράλληλα το στρατιωτικό ιατρείο στα Πηγάδια πρόσφερε δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και ψέκαζαν με DDT για να καταπολεμήσουν την ελονοσία.
Για να δώσουν δουλειά στον ντόπιο πληθυσμό εκτελούσαν αναπτυξιακά έργα. Στην Αρκάσα έφτιαξαν τσιμεντένιο αρδευτικό σύστημα προς εξοικονόμηση νερού και στα Πηγάδια άρχισαν την κατασκευή νοσοκομείου στο Νιοχώρι, όπου αργότερα κτίστηκε το δημοτικό σχολείο, και προσέλαβαν εργάτες που έφτιαχναν παράγκες και διόρθωναν δρόμους. Συνολικά οι Άγγλοι απασχολούσαν γύρω στα 500 άτομα.
Την οργάνωση των δικαστηρίων ανέλαβε ο λοχαγός Wuting και της Αστυνομίας ο inspectors MacDonald. Στην αρχή έφεραν Ελληνοκυπρίους αστυνομικούς, και μετά από σύντομη εκπαίδευση τους αντικατέστησαν Καρπάθιοι. Στην νότιο Κάρπαθο, τοποθέτησαν τηλεφωνικά σύρματα που συνέδεαν τους αστυνομικούς ή ένα από τα κεντρικά καφενεία του κάθε χωριού Για την μεταφορά των μηνυμάτων στην βόρειο Κάρπαθο προσέλαβαν τον Μανώλη Κοσμά. Επίσης άρχισε να λειτουργεί το ταχυδρομείο με διευθυντή τον Λογοθέτη Διακίδη και άρχισαν να έρχονται γράμματα και δέματα από την Αμερική.

Προς ενημέρωση, οι Άγγλοι εκτύπωναν ενημερωτικό δελτίο στα Ελληνικά και Αγγλικά στο τυπογραφείο του Φωκά και στο προαύλιο του καφενείου του Γιάννη Φράγκου τοποθέτησαν χάρτη της Ευρώπης όπου σημείωναν την εξέλιξη του πολέμου.
Οι Άγγλοι κράτησαν τους Podesta που διόρισαν οι Ιταλοί, εκτός από τον Ιταλό Paolo Crocianti που διόρισαν οι Γερμανοί στις Μενετές-Αρκάσα, και αντικατέστησαν με τον γνωστό πατριώτη δικηγόρο Γιάννη Γιαννάκη. Ακολούθησαν δημοτικές εκλογές υπό την επίβλεψη των Άγγλων με νόμιμες δημοκρατικές διαδικασίες.
Επειδή αρκετοί Δωδεκανήσιοι, λόγω της έλλειψης τροφίμων, κατέφυγαν στην Τουρκία από τα γερμανοκρατούμενα Δωδεκάνησα, οι Άγγλοι δημιούργησαν στρατόπεδο προσφύγων στον Αφιάρτη για 4500 πρόσφυγες που έφεραν από την Τουρκία, στους οποίους πρόσφεραν διατροφή και περίθαλψη. Επίσης, δεύτερο στρατόπεδο δημιούργησαν στην Κάσο για τους Ιταλούς, που και αυτοί για τον ίδιο λόγο πήγαν στην Τουρκία.
Οι Άγγλοι φρόντισαν και για την λειτουργία των ελληνικών σχολείων και μέχρι να τακτοποιηθούν τα οικονομικά των δήμων ανέλαβαν την μισθοδοσία των δασκάλων. Στα Πηγάδια που δεν υπήρχε σχολικό κτίριο παρεχώρησαν το Κονάκι, και επειδή υπήρχε έλλειψη ελληνικών βιβλίων έφεραν από την Κύπρο. Θυμάμαι που όταν έφτασε το καταδρομικό Black Prince πήραν όλα τα παιδιά του σχολείου στο λιμάνι και με μια ατμάκατο μας πηγαινοφέρναν από το καταδρομικό. Δυο-τρεις ναύτες έδιναν από μια σοκολάτα στον καθένας μας και μας έκαναν μια βόλτα μέσα στο καταδρομικό.
Μετά το τέλος του πολέμου, οι Άγγλοι άρχισαν να αποχωρούν σταδιακά από την Κάρπαθο και στις 31η Μαρτίου 1947, όταν παρέδωσαν τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα, μια νέα ιστορική περίοδος αρχίζει για την Κάρπαθο.
The British are coming to Karpathos
By Manolis Cassotis
These days mark 81 years since the British arrived in Karpathos on October 17, 1944. Before we refer to the history of their arrival, we need to describe the situation that prevailed in Karpathos.

On the night of October 4, 1944, the last Germans left, leaving the Italians behind: Police, Port customs authorities, some employees, 34 unarmed volunteers, 56 volunteer soldiers who served in the artillery batteries, and before the Germans left and blew up the artillery batteries, they set them free, a total of around 140.
Also, when the Germans were leaving, with the ships that came from Rhodes to pick them up, they brought about 100 Italian prisoners and left them on Karpathos so they would not have to feed them. Among them was Sergio Gattuli, who had been taken to Rhodes 48 days earlier. In total, around 240 Italians remained on Karpathos, most of whom lived in Pigadia.
Among the officers was Captain Armando Amenduni, whom the Germans appointed as the political Commander of Karpathos and who lived in Valandou in Aperi. In Aperi, in Lorus, Lieutenant Enio Grimaldi lived with his assistant Roseli. He served in the accounting office of Compamia Commando, was a pre-tuberculosis patient, suffered from pneumonia and was not taken by the Germans to Crete with the other Italian prisoners. Lieutenant Antonio Di Carlo, married to a Karpathian woman, remained in Karpathos, responsible for supplying the Italians. In Pigadia, the Commander of the Police, Maresciallo Enrico Penna, lived.

The Italians had to face 300-400 Karpathians armed with the weapons they themselves abandoned when they surrendered to the Germans: Around 200-300 Menediates, 70 Arkasiotes, 15 Pigadiotes, 5 Aperites, 5 Olympians. The weapons were Italian, except for a German rifle that Manolis Skoulos found abandoned in Vronti by a German deserter. They had no military training, but patriotic enthusiasm was in abundance. The only one who had military training was George Paragioudakis, a former sergeant in the Greek army, who organized a national guard unit with military regulations in the house and cafe of Lefteris Hatzinikitas in Pigadia.
The morning after the Germans left, the Karpathians rebelled against the Italians. The revolution began in Menetes, and a Revolutionary Committee was elected that carried the message to the other villages. The doxology that followed in the Metropolitan Church in Aperi was attended by Captain Amenduni and other Italian officials.
By October 7, committees had been elected from all the villages of Karpathos, which met in Aperi and elected a Pan-Karpathian Committee consisting of the secretary of the Metropolis, Christoforos Sakellaridis, the doctors John Economides and Frangiskos Sakellaridis, and the lawyers John Giannakis and Dimitrius Kapetanakis.

The Pan-Karpathian Committee began negotiations with the Italians who were not so much interested in power, but in the types and their personal security until the Allies occupied Karpathos. On October 9, an agreement was reached between the Pan-Karpathian Committee and the Italians, to which the Menediates reacted. Thus, on October 11, a second meeting was held in the Metropolis, in the presence of the local committees.
I remember that we had gathered around Aperi’s bridge, when a truck with about thirty Menediates came from Pigadia and started shooting in the air. The truck crossed the bridge and stopped in the middle of the road next to Metropolis, where the Committee was meeting with the Italians. Two or three of the gunmen began throwing grenades into the ravine and two others, with their rifles on the car cabin, were aiming at a white stone opposite, next to a wooded entrance on Meletis slope. Thus, the Italians were convinced and ceased their last objections.
The other major problem that had to be resolved was food. When the Germans left, they gave five or six sacks of flour to their acquaintances and friends and sold about 10 tons of food to the merchants of Speza with which they would distribute it, with no prospect of other food arriving. On the other hand, the Italians had their food supply secured. Thus, despite the reaction of the Italians, some revolutionaries came from Menetes to Pigadia and breached the Italian military depot. In addition to the Menediates, some Pigadiotes also benefited. The Allies had to be notified of the prevailing situation.

In these difficult situations, patriots are willing to risk their lives and dispose of their property. The only means available to undertake the mission and inform the Allies in Egypt was Immacolata, a two-ton caique owned by Michael Pittas and Kostas Lambridis, with whom Manolis Patsourakis, George Christodoulou, Lazaros Kosmas, Nick Stamatakis and Sophocles Economides decided to risk their lives. The mission, equipped with a letter from the Pan-Karpathian Committee, would inform the Greek Government that they had raised the Greek flag and declared the Union of Karpathos and Kasos with Mother Greece and were inviting to come and occupy the two islands.
The Italians also saw Immacolata’s mission with relief. After the war, Ennio Grimaldi, in his report to the Italian Army General Staff, stated: “A small group of daring Karpathians went to Egypt in a rowboat and notified the British Headquarters that the island had been liberated.”
On October 10, Immacolata set sail from Finiki, stopped at Kasos to get a compass and maps, and under difficult weather conditions crossed the Mediterranean and arrived at Abukir, Egypt on October 13. The Allied Intelligence Service locked them in a room with a guard to spend the night and in the morning, with the Immacolata, and with the escort of a Greek sailor, they arrived in Alexandria where the British took their statements.

On the morning of the 15th, the British sent two reconnaissance planes to Karpathos to verify their reports and late at night informed them that they would depart for Karpathos the next day. Based on the additional information they were given about the island’s fortifications and minefields; the British devised a plan for their landing.
On the morning of the 16th, the British loaded 15 tons of crackers onto the destroyers Terpsichore and Cleveland. and on the afternoon of the same day, they departed for Karpathos under Commander J. Dennis, captain of Terpsichore, and some military forces. On Terpsichore was the Greek army captain George Gennaropoulos.
On the morning of October 17, 1944, the destroyers Terpsichore and Cleveland entered the bay of Pigadia while, as a precaution, two beaufighters were flying over the harbor. One dropped a large Greek flag that fell on Damatria, which was taken by the Aperitans and erected on the Metropolis. As soon as the presence of the destroyers was noticed by the nearest villages, Karpathian officials and several others began to descend to Pigadia.

I remember that several women and children had gathered around Aperi’s bridge and were impatiently waiting to hear news, but none of those who had gone to Pigadia had returned. So, when a woman suggested: “Why don’t we go and see what’s going on,” without further prompting, about a hundred of us women and children set off for Pigadia.
We had reached Saint Ankara, where the road passes over Kefali hill where the Germans had a guard post, and to let you pass you had to have written permission from Gestapo in Aperi. As soon as I saw the guard post abandoned, I squeezed the arm of my left hand with the fingers of my right hand, to make sure I wasn’t dreaming.
When we reached Pigadia, where the road passes in front of the health station, we met a squad of marines patrolling the area. We arrived near the port and, satisfied, took the road back on foot. Then, the English, with the assistance of the Karpathian revolutionaries, began to gather the Italians in the Government’s building square.

The Italians were just as excited as the Karpathians about the arrival of the English. When we returned to Aperi, a truck full of Italian prisoners was coming down. Among them was an Italian prigantiere with a bottle of wine, and as the car passed in front of Tsagaris’s cafe, he began greeting the patrons with uncontrollable joy.
That same evening, the BBC radio station in London announced: “Unique in the annals of the Second World War, will surely remain the event of the liberation of the island of Karpathos, whose inhabitants, although completely isolated from the free world, managed to arm themselves with the enemy’s weapons and, rebelling, forced him to surrender unconditionally and liberate their beautiful island on their own and without any external help.”
Thus, on October 17, 1944, Karpathos, along with Kastelorizo (liberated in September 1943) and Symi (liberated in September 1944), came under Allied rule and a new historical period began for Karpathos.

The next day at 18:00 the two destroyers departed for Alexandria, leaving captain Gennaropoulos and a lieutenant with 27 marines to protect Karpathos and resolve the urgent problems of the island and, with the cooperation of the local officials, they took care of the distribution of the crackers.
As the destroyers departed, they took with them 248 Italians and 12 German prisoners. The Italians believed that they would be taken to southern Italy, which had been occupied by the Allies. But as Lieutenant Antonio Di Carlo reports: “As soon as the destroyers left the harbor, instead of heading south and then west, south of Crete, towards Italy, they set sail for Alexandria.”
On 28 October the cruiser Black Prince arrived with a cargo and two transports ships carrying 300 Indian soldiers with a mobile artillery battery, cars, engineers and other supplies. Also, on December16 the cargo ship Korytsa arrived with another 150 Indian soldiers. Karpathos had to be protected from the Germans who had strong forces in Rhodes and Crete. The Germans did not have the means, but they could launch raids, as happened in Tilos.
In an explosion that occurred in the port, six Indians lost their lives. Later, the monument that was erected to them in Santalos was vandalized. In addition to the defense of the island, the Indians began clearing the minefields where an officer lost his life. After the liberation of Rhodes, the British brought German prisoners who cleared the minefields at Vronti and Makry Gialos.
The British cleared the port of mines and hired around 200 workers who unloaded the ships on barges and loaded them onto cars. After the liberation of Rhodes, transport was done by the cargo ships “Kasos” and “Symi”, motorboats and caiques. Other caiques went to Piraeus, and several Karpathians entered the service of allied cargo ships traveling to the Middle East.
In addition to defense, the British also took care of the economic and social problems of the island. They established the distribution of rationed food at affordable prices, which they brought with Korytsa from Alexandria and through UNRRA, they undertook the distribution of second-hand clothes and shoes in good condition. At the same time, the military clinic in Pigadia offered free medical and pharmaceutical care and sprayed with DDT to combat malaria.

To provide work for the local population, they carried out development projects. In Arkasa they built a concrete irrigation system to save water, and in Pigadia they began construction of a hospital in Niochori, where the primary school was later built, and they hired workers to build shacks and repair roads. In total, they employed around 500 people.
The organization of the courts was undertaken by Captain Wuting and the Police by Inspector MacDonald. At first, they brought Greek Cypriot policemen, and after a short training they were replaced by Karpathians. In southern Karpathos, they installed telephone communication connecting the police stations or one of the central cafes of each village. For the transfer of messages to northern Karpathos, they hired Manolis Kosmas. Also, the post office began to operate with Logothetis Diakides as director and letters and parcels began arriving from America.
For information, the British printed a newsletter in Greek and English at Fokas’ printing house and in the courtyard of John Frangos’s cafe they placed a map of Europe where they noted the progress of the war.

The British kept the Podestas appointed by the Italians, except for the Italian Paolo Crocianti appointed by the Germans in Menetes-Arkasa and replaced him with the well-known patriotic lawyer John Giannakis. Municipal elections followed under the supervision of the English with legal democratic procedures.
Because many Dodecanese, due to the lack of food, fled to Turkey from the German-occupied Dodecanese, the British created a refugee camp in Afiarti for 4500 refugees they brought from Turkey, to whom they offered food, medical and other care. They also created a second camp in Kasos for the Italians, who went to Turkey for the same reason.
The British also took care of the operation of the Greek schools and until the finances of the municipalities were settled, they took over the teachers’ salaries. In Pigadia, where was no school building, they ceded Konaki, and because there was a shortage of Greek books, they brought from Cyprus. I remember that when the cruiser Black Prince arrived, they took the school children to the port, and took us back and forth to the cruiser with barges. Two or three sailors gave each of us a chocolate and took us for a walk in the cruiser.
After the end of the war, the British began to gradually withdraw from Karpathos and on March 31, 1947, when they handed over the Dodecanese to Greece, a new historical period began for Karpathos.


